Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ: Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΘΥΣΙΑ ΤΩΝ 300 ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ


Καθώς ένα τεράστιο στράτευμα, που όμοιο του ου­δέποτε είχε δει μέχρι τότε ο κόσμος, περνούσε αργά μέσα από τις βόρειες περιοχές της Ελλάδας, υποτάσσο­ντας αμαχητί πόλεις και βασίλεια, η Eλληνική συμμαχία που είχε δημιουργηθεί για να αντιμετωπίσει τη μεγαλύ­τερη κρίση στην ιστορία του Ελληνισμού, είχε μπροστά της άλυτα προβλήματα .
Ακόμη και το σύνολο των Ελλήνων να παρατασσόταν προς μάχη, το στράτευμα που θα συγκέντρωναν θα ήταν πολύ μικρότερο από το περσικό. Ο Ξέρξης είχε κι­νητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της αυτοκρατορίας και είχε φέρει μαζί του από την Ασία έναν στρατό που ξε­περνούσε ακόμη και τη φαντασία. Δεν χρειάζεται να δε­χτούμε τα απίστευτα νούμερα του Ηροδότου (πάνω από 2,5 εκατομμύρια μάχιμοι μαζί με τα πληρώματα πλοίων και τους "μηδίζοντες") για να εκτιμήσουμε την αντίδραση των Ελλήνων. Ακόμη και μία "μόνο" αυτόκρατορική στρατιά (360.000 μάχιμοι άνδρες) είναι το τριπλάσιο από τη συνολική δύναμη που μπορούσαν να παρατάξουν όλες οι Ελληνικές πόλεις μαζί!
Στην περίσταση αυτή, τυχόν αντιπαράθεση του συνό­λου των Ελληνικών δυνάμεων με τους Πέρσες θα ήταν αυτοκτονία ολόκληρου του Ελληνισμού . Οσο οι Πέρσες είχαν αλώβητες τις δυνάμεις τους και διέθεταν έναν ογκώδη στόλο που μετέφερε καθημερινά εφόδια από τη Μ. Ασία, ενώ ταυτόχρονα ήλεγχε το Αιγαίο, οποιαδή­ποτε σκέψη για μάχη εκ παρατάξεως ήταν ουτοπική.
Μοιάζει, λοιπόν, λογική η απόφαση για αντίσταση με το ελάχιστο των ελληνικών δυνάμεων - συνολικά λίγο πάνω από 7.000 άνδρες - σε ένα στενό πέρασμα, ενώ ταυτόχρονα η κύρια προσπάθεια θα ήταν να "ματώσει" ο περσικός στόλος, τον οποίο θα αντιμετώπιζαν οι Ελληνες σε ένα άλλο στενό, αυτή το φορά θαλάσσιο, στα ανοιχτά του Αρτεμισίου,
Υπό το πρίσμα αυτό, οι αιτιάσεις του Ηροδότου για τους λόγους που μόλις 7.000 άνδρες ανέλαβαν να υπε­ρασπιστούν τα στενά των Θερμοπυλών απέναντι σε μυ­ριάδες Πέρσες, μοιάζουν δικαιολογίες που εφευρέθη­καν εκ των υστέρων.

Στην ηγεσία των Ελλήνων βρίσκονταν από την αρχή της περσικής εισβολής οι Σπαρτιάτες. Για την εκστρα­τεία στις Θερμοπύλες, συγκεντρώθηκαν 300 επίλεκτοι Σπαρτιάτες οπλίτες, που θα συνόδευαν τον έναν από τους δύο βασιλιάδες, το Λεωνίδα, στην υπεράσπιση των οτενών. Βάσει αυτών που γνωρίζουμε για τη δομή των εκστρατευτικών οωμάτων των Σπαρτιατών, πιθα­νότατα το σώμα των 300 συνόδευε και ένας αριθμός περιοίκων, καθώς και πολύ περισσότεροι (τουλάχιστον 2 για κάθε όμοιο) είλωτες. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης θεωρεί πιθανό ότι το σύνολο της σπαρτιατικής δύνα­μης ήταν 1.000 περίπου άτομα, χωρίς ωστόσο να δι­ευκρινίζει αν οι Σπαρτιάτες είχαν οπλίσει και τους εί­λωτες Ικότι που συνήθως δεν έκαναν, φαίνεται, όμως, ότι αργότερα στις Πλαταιές παρέβησαν αυτή την αρ­χή, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Ηρόδοτο). Η άποψη, που υποστηρίζει και ο Διόδωρος, ότι αυτή η αποστολή ήταν εξαρχής μία "αποστολή αυτοκτονίας" και ότι οι Σπαρτιάτες δεν σκόπευαν να εκστρατεύσουν πανδημεί για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες μετά το πέρας των Καρνείων, ενισχύεται από το ότι οι 300 δεν ήταν οι επίλεκτοι Ιππείς", το σώμα των βασιλικών ακολού­θων της Σπάρτης, αλλά 300 διαλεγμένοι οπλίτες, οι οποίοι είχαν ήδη άρρενες απογόνους. Αλλωστε, υπήρ­χε και ο χρησμός που έλεγε ότι οι Ελληνες θα επικρα­τήσουν, αλλά η Σπάρτη θα πρέπει να χάσει έναν βασι­λιά της. Ο Λεωνίδας ήταν διατεθειμένος να είναι αυτός ο βασιλιάς.
Οι υπόλοιποι Ελληνες που μετείχαν στην άμυνα των στενών, όπως τους καταγράφει ο Ηρόδοτος, ήταν περί τους 500 Τεγεάτες και άλλοι τόσοι Μαντινείς, κάπου 1.120 Αρκάδες, 400 Κορίνθιοι, 200 Φλειούντιοι, 80 Μυ­κηναίοι, 700 θεσπιείς, 400 Θηβαίοι και 1.000 Φωκείς. Ακόμη στη δύναμη προστέθηκε μία ομάδα Οπούντιων Λοκρών (περί τους 1.000, αν και ο Ηρόδοτος δεν ανα­φέρει τον αριθμό τους). Οι Θηβαίοι, οι συμπολίτες των οποίων μήδιζαν με ιδιαίτερη ζέση, ήταν ουσιαστικά στις Θερμοπύλες ως όμηροι και όχι ως ενθουσιώδες σύμμα­χοι για έναν κοινό σκοπό,
Στις 13 ή 14 Αυγούστου, οι περσικές ορδές άρχισαν να καταφτάνουν στην Τραχίνα της Μαπίδας και στρατο­πέδευσαν οε μία τεράστια έκταση, με τις σκηνές και τα καταλύματα τους να απλώνονται πολύ μακρύτερα από κει που φθάνει το μάτι. Το σκηνικό για την τραγικότερη σελίδα της ιστορίας της ελληνοπερσικής σύγκρουσης είχε στηθεί.

Για την υπεράσπιση των στενών, οι Ελληνες είχαν αναστηλώσει το τείχος που υπήρχε σε ένα από τα στε­νότερα σημεία του περάσματος, ωστόσο ουδείς είχε αυταπάτες ότι θα κατόρθωναν να κρατήσουν επί μα­κρόν τους μυριάδες αντιπάλους τους. Ωστόσο, ταυτό­χρονα ο Ελληνικός στόλος βρισκόταν στα στενά του Αρτεμισίου και προσπαθούσε να κρατήσει τον περοικό. Τυχόν υποχώρηση σήμαινε ότι ολόκληρη η ηπειρωτική χώρα βορείως του ισθμού της Κορίνθου - το επόμενο σημείο άμυνας των Ελλήνων - παραδιδόταν στο έλεος του κατακτητή.
Οι ανιχνευτές που έστειλε ο Ξέρξης νια να διαπιστω­θούν τη δύναμη των αντιπάλων του, με κατάπληξη εί­δαν τους Σπαρτιάτες - που είχαν βάρδια έξω από το τεί­χος - να ασχολούνται με την περιποίηση των όπλων και της κόμης τους .
Περισσότερες πληροφορίες για τους συμπατριώτες του έδωσε ο εξόριστος από τη Σπάρτη βασιλιάς Δημά­ρατος, που είχε καταφύγει στην αυλή του Πέρση βασι­λιά. Ο Δημάρατος τον προειδοποίησε ότι οι συμπατριώ­τες του ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν και ότι δεν θα δείλιαζαν μπροστά στο πλήθος του περσικού στρα­τεύματος. Ο Ξέρξης δεν μπορούσε καν να διανοηθεί ότι μία χούφτα Σπαρτιάτες θα τολμούσαν να του αντισταθούν και περίμενε τέσσερις μέρες, δίνοντας χρόνο στους Ελληνες να εκτιμήσουν το πλήθος του στρατού του και να παραδοθούν ή να αποχωρήσουν,
Ωστόσο, εκείνοι ήταν αποφασισμένοι να αμυνθούν στα στενά. Ετσι, την πέμπτη μέρα από την άφιξη του περσικού στρατού, ο Ξέρξης αποφάσισε να εκπορθήσει τα στενά με ωμή βία.
θέλοντας να τελειώνει γρήγορα με την "ενόχληση; ο Ξέρξης επέλεξε γιο την πρώτη έφοδο το δεύτερο τη τάξει λαό της αυτοκρατορίας, τους Μήδες, καθώς κοι τους Κισσίους, και τους έριξε στη μάχη σε αλλεπάλλη­λα κύματα.

Οι Μήδες, πολεμικός λαός με μακρά παράδοση, που διαφέντευαν μια μεγάλη αυτοκρατορία πριν τα ξαδέλ­φια τους, οι Πέρσες, πάρουν τα ηνία, δεν ήταν άπειροι περί τα πολεμικά, ούτε και δειλοί. Ηταν, όμως, αθωράκιστοι ή ελάχιστα θωρακισμένοι και το πολεμικό δόγμα τους, βροχή βελών και στη συνέχεια έφοδος πάνω στον αποδιοργανωμένο αντίπαλο με στόχο την εξόντωση του, δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί στο στενό πέρα­σμα των Θερμοπυλών ενάντια στους πάνοπλους, μαχό-μενσυς σε φάλαγγα οπλιτών, πειθαρχημένους και απο­φασισμένους Ελληνες.

Η μία μετά την άλλη, οι έφοδοι των Μήδων τσακίζο­νταν πάνω στο μπρούτζινο τείχος που όρθωναν οι ελ­ληνικές ασπίδες, σαν κύματα που τσακίζονται πάνω στο βράχια. Ξανά και ξανά οι Μήδες, από ένα σημείο και με­τά, χάρη και μόνο στις απειλές των ίδιων των αξιωματι­κών τους που τους έστελναν στη μάχη με μαστίγια, επι-τίθεντο κατά της γραμμής των Ελλήνων. Ξανά και ξανά, αποκρούονταν με τεράστιες απώλειες. Οι Ελληνες εναλλάσσονταν οτο στενό πέρασμα κατά πόλη, καθώς τα διάφορα τμήματα αποσύρονταν πίσω από το τείχος και άλλα έμπαιναν φρέσκα στη μάχη, Η κούραση άρχισε να βαραίνει τα μέλη των Ελλήνων, που δεν ήταν συνη­θισμένοι σε τόσο μακρές συγκρούσεις. Τα πτώματα των Μήδων και των Κισσίων στοιβάζονταν στα στενά και οπό ένα σημείο και μετά οι έφοδοι γίνονταν πάνω από ένα παχύ στρώμα νεκρών ή βαριά πληγωμένων ανδρών. Αρκετοί Ελληνες έπεσαν, αλλά ο ανώτερος οπλισμός, η εκπαίδευση και η αποφασιστικότητα τους γύριζαν τις τύχες της μάχης υπέρ τους.
 
Ο Ξέρξης δεν απολάμβανε την εύκολη επικράτηση που περίμενε. Από το βαριά στολισμένο θρόνο του πα­ρακολουθούσε τους άνδρες του να προσπαθούν εις μάτην να διασπάσουν την Ελληνική φάλαγγα. Διέταξε τότε το πλέον επίλεκτο τμήμα του αυτοκρατορικού στρατού, τους Αθάνατους (αρμτάκα) να μπουν στη μάχη. Οι Αθάνατοι, με τις πολύχρωμες φορεσιές τους, τους εφαπλωματοποιημένους θώρακες, τις ποδήρεις ασπίδες τους και τα κοντά δόρατα, που αντί για σαυρωτήρα έφεραν αντίβαρο στο κάτω μέρος τους, ρίχτηκαν στη μάχη στη στενωπό των Θερμοπυλών, αντιμετωπίζοντας για πρώτη φορά τους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους. Το στενό λειτούργησε ξανά υπέρ των Ελλήνων, Μόνο ελάχιστοι από τους 10.000 Πέρσες φθαναν ταυτόχρονα πρόσωπο με πρόσωπο με τους Ελληνες. Για μία ακόμη φορά, η εκπαίδευση και ο οπλι­σμός των Ελλήνων αποδείχθηκαν ανώτερα από την αναμφισβήτητη μαχητική ικανότητα των Περσών - κατά δεκάδες οι Αθάνατοι έπεφταν, για να μην ξανασηκω­θούν, ακολουθώντας στον όλεθρο τους εκατοντάδες Μήδους που είχαν πέσει πρωτύτερα. Η μάχη διήρκεσε ολόκληρη τη μέρα, χωρίς αλλαγή της τακτικής κατά­στασης.
Οι Πέρσες ποτέ δεν πολεμούσαν τη νύχτα και έτσι δεν υπήρξε κάποια δυσάρεστη έκπληξη για τους υπε­ρασπιστές των στενών. Ομως, το επόμενο πρωινό οι επιθέσεις ξεκίνησαν ξανά. Ο πέρσης ηγεμόνας, πάντα πάνω στο θρόνο του, έβλεπε τη μία μετά την άλλη τις φυλές που μετείχαν στο στράτευμα του, να τσακίζονται πάνω στα Ελληνικά όπλα.
Τόσο ήταν το θανατικό που έσπερναν οι οπλίτες, που ο Πέρσης ηγεμόνας δεν μπορούσε να συγκρατήσει την Εκπληξη, την οργή και τη θλίψη του για την τύχη των επίλεκτων σωμάτων του:  ΄΄τρεις φορές αναπήδησε στο θρόνο του φοβούμενος για το στρατό του΄΄, ο μεγάλος βασιλιάς, μας παραδίδει ο Ηρόδοτος.
Η δεύτερη μέρα δεν είχε φέρει τίποτε για τους Πέρ­σες πέρα από θάνατο και τρόμο. Για άλλη μία Φορά οι Υπηρέτες του αυτοκρατορικού στρατού έσπευσαν, μετά το πέρας των εχθροπραξιών της ημέρας, να αποσυμφορήσουν το πέρασμα από τα εκατοντάδες πτώματα των Περσών και των υποτελών που έπεσαν προσπαθώντας να διαπεράσουν τα ανθρώπινα τείχη.
Πριν να τελειώσει η δεύτερη ημέρα, το χέρι της μοίρας θα έδινε στον Πέρση ηγεμόνα μία απάντηση στο ερώτημα πώς να περάσει τις πύλες χωρίς να ξοδέψει τα πλέον αξιόμαχα τμήματα του σε ατελέσφορες εφόδους. Το χέρι της μοίρας με το πρόσωπο ενός προδότη, του Εφιάλτη του Μαλιέα, γιου του Ευρύδημου, ο οποίος υποσχέθηκε στον Ξέρξη ότι μπορούσε να οδηγήσει ένα τμήμα του στρατού του στα νώτα των αμυνομένων μέσα από ένα πέρασμα στα βουνά. Ο Ξέρξης τον άκουσε και έστειλε ένα από τα πλέον επίλεκτα τμήματα του στράτου του υπό τον Υδάρνη να ακολουθήσει, ενώ πέφτε η νύχτα, τον Εφιάλτη. Η τρίτη ημέρα θα ξημέρωνε με τους Ελληνες σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Ο Εφιάλτης οδήγησε τους Πέρσες μέσω από ένα μονοπάτι στο βουνό Ανόπαια, το οποίο ήταν γνωστό, φυσικά, και στους Ελληνες και ο Λεωνίδας είχε αναθέσει σε 1.000 Φωκείς τη φρούρηση του. Ωστόσο, οι Πέρσες ήταν δεκαπλάσιοι και το μονοπάτι δεν προσφερόταν για άμυνα: αφού τους απώθησαν, απλώς παρέκαμψαν τους Φωκείς και συνέχισαν το δρόμο τους, για να βρεθούν στα νώτα των υπερασπιστών των Θερμοπυλών. Αυτόμολοι Ελληνες που είχαν "συνεκστρατεύσει" με τους Πέρσες ως υποτελείς, ενημέρωσαν το Λεωνίδα για την προδοσία και την υπερκέραση της αμυντικής τοποθεσίας των Θερμοπυλών. Οι φρουροί επιβεβαίωσαν ότι ένα τμήμα περσικού στρατού κινείται στο παρακεί­μενο βουνό.
Οι Ελληνες συσκέφθηκαν με βαριά καρδιά, γνωρίζο­ντας ότι πλέον ο χρόνος δούλευε εναντίον τους. Τι θα έκαναν; Θα παρέμεναν στις θέσεις τους και θα σφαγιά­ζονταν μέχρις ενός ή θα έσπευδαν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους για να πολεμήσουν μία άλλη μέρα ενά­ντια στον εισβολέα; Οι περισσότεροι αποφάσισαν - μετά την παρότρυνση του Λεωνίδα - να πράξουν το δεύτερο. Ο ίδιος όμως, με τους εναπομείναντες Σπαρτιάτες ομοί­ους, αποφάσισε, για λόγους που μόνο να μαντέψουμε μπορούμε, να παραμείνει στη θέση του. Μαζί του, εκτός από τους Σπαρτιάτες, παρέμειναν οι θεσπιείς και οι Θηβαίοι. Οι πρώτοι, με αρχηγό το Δημόφιλο, παρέταξαν στις Θερμοπύλες το σύνολο της οπλιτικής δύναμης που μπορούσε να συγκεντρώσει η μικρή πόλη τους, δη­λαδή, μόλις 700 άνδρες, οι οποίοι επίσης είχαν ήδη με­γάλες απώλειες από τις μάχες. Οι Θηβαίοι, από την άλ­λη, που ήταν αρχικά 400, παρέμειναν παρά τη θέληση τους. Ισως ο Λεωνίδας πίοτευε ότι οι συμπατριώτες τους, αν είχαν χάσει 400 από τους καλύτερους άνδρες τους από τους πέρσες, δεν θα ήταν τόσο πρόθυμοι να συνταχθούν μαζί τους στη συνέχεια.
Ο Πέρσης βασιλιάς είχε ήδη ετοιμάσει το στρατό για τη διπλή επίθεση, περιμένοντας "την ώρα που γεμίζει με κόσμο η αγορά", την οποία είχε προοδιορίσει ο προ­δότης Εφιάλτης ως την ώρα που θα ξεπρόβαλαν στα νώτα των Ελλήνων οι Πέρσες που οδηγούσε από το βουνίσιο πέρασμα. Την προκαθορισμένη ώρα ο Ξέρξης εξαπέλυσε τα στρατεύματα του που άρχισαν να συνω­θούνται στο στενό πέρασμα. Αυτοί που οδηγούσε ο Εφιάλτης δεν είχαν ακόμη φθάσει, οπότε ο Λεωνίδας και οι Σπαρτιάτες του, μαζί με τους Θεσπιείς, όχι μόνο τους απέκρουσαν, αλλά άρχισαν να προωθούνται στα στενά, προς ένα πλατύτερο σημείο, επιδιώκοντας να παρασύρουν μαζί τους στο θάνατο όσο περισσότερους Πέρσες μπορούσαν. Αμέτρητα κατορθώματα ύψιοτης ανδρειοσύνης έλαβαν χώρα στα στενά εκείνο το μεση­μέρι. Κάτω από τον καυτό Αυγουστιάτικο ήλιο, μία χού­φτα Ελληνες - λιγότεροι ίσως και από 800 πλέον - πο­λεμούσαν όχι πλέον για τη ζωή τους - αυτήν είχαν ήδη δεχτεί να τη δώσουν. Πολεμούσαν για την ιστορία τους, υπέρ ιερών και οσίων, υπέρ πατρίδας, βωμών και εστιών. Τα μεγαλύτερα ανδραγαθήματα ήταν έργο -όπως παραδίδει η παράδοση - του Σπαρτιάτη Διηνεκή, του ίδιου που λίγη ώρα πριν αρχίσει η μάχη, όταν ένας Τραχίνιος του είπε ότι, όταν οι βάρβαροι εκτοξεύσουν τα βέΡη τους, θα είναι τόοα πολλά που θα οκιάοουν τον ήπιο, είχε απαντήσει: "Μα αυτά είναι καλά νέα, γιατί αν οι Μήδες κρύψουν τον ήλιο, θα πολεμήσουμε στη οκιά και όχι κάτω από τον καυτό ήλιο." Περίφημα έμει­ναν στην ιοτορία τα κατορθώματα των Λακεδαιμόνιων αδελφών Αλφεού και Μάρωνα, όπως και του θεοπιέα Διθυράμβου. Ο Λεωνίδας, πολεμώντας οαν πραγματικό λιοντάρι, έπεσε από τους πρώτους στην έφοδο εκείνη και γύρω από το νεκρό οώμα του ξέσπασε λυσσαλέος αγώνας μεταξύ Περσών και Ελλήνων. Τόση ήταν η ένταοη τπς μάχης, που, σύμφωνα με τπν παράδοση που διασώζει ο Ηρόδοτος, δύο από τα αδέλφια του Ξέρξη, ο Αβροκόμης και ο Υπεράνθης, έχαοαν τη ζωή τους προσπαθώντας να αποσπάσουν από τους Ελληνες το νεκρό σώμα του Σπαρτιάτη.
Οταν έφθασαν εν τέλει και εκείνα τα στρατεύματα που είχαν αναλάβει την κυκλωτική κίνηση, οι Ελληνες άρχισαν να δέχονται το βάρος της επίθεσης από δύο πλευρές. Γρήγορα αποσύρθηκαν από το πλατύ μέρος του ότενού και κατέφυγαν σε ένα λόφο, στο σημείο που αργότερα στήθηκε το πέτρινο λιοντάρι. Εκεί βρήκαν το θάνατο μέχρι ενός, όταν οι Πέρσες, με ανοιχτό πλέ­ον πεδίο, τους τόξευσαν από μικρή απόσταση και αφού στα τελευταία στάδια της μάχης, τα δόρατα όλων είχαν σπάσει και οι περισσότεροι δεν είχαν πλέον ούτε τα σπαθιά τους.
Οι Θηβαίοι έσπευσαν να εγκαταλείψουν τους υπόλοι­πους Ελληνες, πριν αυτοί ανέβουν στο λόφο και, πετώ­ντας τα όπλα τους, παραδόθηκαν.
Η επική μάχη είχε τελειώσει, Η πρώτη μάχη των Μη­δικών στεφάνωσε με τη νίκη τα περσικά όπλα, αλλά ήταν μία πανάκριβη νίκη. Οχι μόνο για τις δυσανάλογες απώλειες (για 20.000 νεκρούς Πέρσες μιλούν οι αρχαί­ες πηγές), αλλά και διότι η υπέρτατη θυσία των 300 Σπαρτιατών και 700 Θεσπιέων στις Θερμοπύλες έδωσε ατούς ενωμένους Ελληνες το σύμβολο του αγώνα που αναζητούσαν.
Η τεράστια στρατιά του Πέρση "Βασιλέα των Βασιλέ­ων" είχε αποκαρδιώσει όλους τους Ελλη­νες, σε σημείο να παραδώσουν όλοι όσοι βρέθηκαν στο διάβα του γη και ύδωρ, γνωρίζοντας ότι διαφορετικό τους αναμένει ο αφανισμός.
Με αυτό το δεδομένο, η θυσία του Λεωνίδα στις Θερ­μοπύλες μπορεί να στέρησε από τους Ελληνες έναν δυναμικό και γενναίο αρχηγό, καθώς και 1,000 υπερπολύτιμους πολεμιστές, ωστόσο προσέφερε στον κοινό αγώνα ένα σύμβολο θυσίας και αυταπάρνησης, ένα κοι­νό σημείο αναφοράς που θα χρησίμευε στη συσπείρω­ση των Ελλήνων και οτη συνέχιση του αγώνα.
Και σε αυτό το πλαίσιο, η υπέρτατη θυσία του Λεωνί­δα και των 300 του ήταν ένα κομβικό σημείο του κοινού Ελληνικού αγώνα.

Πηγή & Εικόνες.: Περιοδικό - Σειρά Σπαρτιάτες ... Σπαρτιάτες . Οι 300 του Λεωνίδα και το μεγαλείο των Λακεδαιμονιων. Μονογραφίες. Παγκόσμια Πολεμική Ιστορία.